Η ΤΟΠΩΝΥΜΙΚΗ ΚΑΤΑΛΗΞΗ -οβο

Η τοπωνυμική κατάληξη –οβο

Εάν κάποιος ανατρέξει στο βιβλίο: ‘Die Slaven in Griechenland’, Berlin 1941,του γερμανού Max Vasmer, γεννημένου και σπουδασμένου στη Ρωσία, θα διαπιστώσει με έκπληξη ότι αναφέρονται πάνω από 2.000 ξενόγλωσσα τοπωνύμια του ελληνικού χώρου που χρεώνονται ως σλαβικά.
Για ορισμένα από αυτά ο συγγραφέας – ερευνητής κάνει απόπειρα ετυμολογικής εξήγησής τους, για τα περισσότερα επικαλείται απλώς το γεγονός ότι υπάρχουν αυτούσια ή παρόμοια κάπου αλλού στον βαλκανικό χώρο. Για κανένα όμως δεν έχει πραγματοποιήσει  λεπτομερή επί τόπου έρευνα – αυτοψία, ώστε να διαπιστώσει ότι η αντίστοιχη τοποθεσία που τοπωνυμικά αναφέρει, είναι συμβατή με την έννοια που υποκρύπτει η ονομασία τάχα του τοπωνυμίου.
Παρ’ όλα αυτά, ο αναγνώστης που δεν έχει εντρυφήσει σε θέματα τοπωνυμικών ερευνών, πείθεται εύκολα ότι έτσι θα έχουν τα πράγματα, όπως δηλαδή παρατίθενται, και επομένως συμπεραίνει ότι στους σκοτεινούς μεσαιωνικούς χρόνους οι Σλάβοι καταπλημμύρισαν την Ελλάδα, οπότε και εξαφάνισαν την ελληνική φυλή, προς δόξα βεβαίως και δικαίωση του αλήστου μνήμης Αυστριακού Jakob Philip Fallmerayer.
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι από τα αναφερόμενα υπερδισχίλια ξενόγλωσσα τοπωνύμια του ελληνικού χώρου, τα 274 από αυτά, ποσοστό 13%, έχουν κατάληξη –οβα, -οβο και γι’ αυτές τις καταλήξεις ο Max Vasmer δεν κάνει καμιά ειδικότερη αναφορά. Είναι φυσικό λοιπόν να εικάσουμε ότι τις θεωρεί ασυζητητί, ως σλαβικές και προχωρεί στην όποια εξήγηση του κύριου θέματος των σχετικών τοπωνυμίων.
Εδώ λοιπόν βρίσκεται το πρώτο κρίσιμο ερευνητικό σταυροδρόμι και εάν δεν συζητηθεί με προσοχή η σωστή κατεύθυνση, χάνεται ο προορισμός που είναι η αναζήτηση της ‘τοπωνυμικής αλήθειας’, με αποτέλεσμα να παγιώνονται λαθεμένες αντιλήψεις. Καταρχάς τίθεται το ερώτημα εάν οι καταλήξεις –οβα,  -οβο είναι σλαβικές ή όχι; Αυτός είναι ένας πρώτος σημαντικός τοπωνυμικός γρίφος, τον οποίο αξίζει να τον αντιμετωπίσουμε.
Πρέπει, βεβαίως να σημειωθεί ότι στις σύγχρονες σλαβικές γλώσσες οι καταλήξεις –ova, -ovo έχουν την έννοια ‘του ανήκειν σε τόπο (οποιονδήποτε)’ ή ‘τόπος (οποιοσδήποτε) που ανήκει σε κάποιον’. Η έννοια όμως αυτή φαίνεται ότι είναι μεταγενέστερη, δεδομένου ότι σε όλες τις πρωταρχικές κοινωνίες ο τόπος οριζόταν αρχικά και ευρύτερα για κτηνοτροφικούς  σκοπούς (λιβάδια για βοσκή) και αργότερα, σε πιο περιορισμένη έκταση, για γεωργικούς σκοπούς (περιοχές γεωργικού κλήρου).
Μετά από όλα τα παραπάνω αναφερθέντα συμπεραίνουμε ότι η επίκληση από τον Max Vasmer τοπωνυμίων σε –οβα, -οβο από τις περιοχές π.χ. της Σερβίας, της Κροατίας, της Σλοβενίας, των Σκοπίων, της Βουλγαρίας, για να ερμηνεύσει υποχρεωτικώς ως σλαβικά κάποια αντίστοιχα του ελληνικού χώρου, δεν ευσταθεί γενικώς. Τελικώς, κατά την άποψή μας, η κατάταξη ενός τοπωνυμίου με κατάληξη –οβα, -οβο σε βλάχικη ή σλαβική κατηγορία, εξαρτάται από το γλωσσικό θέμα του, που σημαίνει ότι: 1) Εάν η ρίζα του θέματος είναι βλάχικη ή αλβανική, τότε το τοπωνύμιο, οπουδήποτε κι αν απαντάται στη βαλκανική χερσόνησο, έχει δοθεί από Βλάχους. Μάλιστα οι περισσότεροι Βλάχοι και ειδικά οι λεγόμενοι Αρβανιτόβλαχοι γνώριζαν και την αλβανική γλώσσα. 2) Εάν η ρίζα του θέματος είναι σλαβική και ταυτόχρονα το ίδιο τοπωνύμιο απαντάται και σε άλλες χώρες της βαλκανικής, τότε το τοπωνύμιο αυτό σίγουρα έχει δοθεί από Σλάβους.
Ο μηχανισμός δημιουργίας τέτοιου είδους τοπωνυμίων θα ήταν ο εξής: Όταν εντοπίζονταν από τους νομάδες – ποιμένες, που εισέδυαν σε νέες περιοχές, κάποιος κατάλληλος βοσκότοπος, αρχικά στήνονταν οι σκηνές και οι στάνες τους. Αργότερα, εφόσον δεν υπήρχε ολοκληρωτική μετακίνησή τους προς άλλη περιοχή, η πατριά – το λεγόμενο στα βλάχικα φαλκάρε – παρέμενε εκεί και εξελισσόταν σε μικρό οικισμό και αργότερα, με τον καιρό, σε ολόκληρο χωριό.
Τέλος, ο Jakob Philip Fallmerayer στην πραγματεία του «Περί της Καταγωγής των σημερινών Ελλήνων», που διαβάστηκε σε ανοιχτή συνεδρίαση της Βαυαρικής Ακαδημίας Επιστημών το 1835, προκειμένου να υποστηρίξει τις υπερβολές του, επικαλέστηκε μια σειρά ξενόγλωσσων τοπωνυμιών της Πελοποννήσου, τα οποία θεώρησε ασυζητητί ως σλαβικά, χωρίς βεβαίως να προχωρήσει σε κάποια σχετική γλωσσική αναφορά. Ανάμεσα σε αυτά περιέλαβε και μερικά που έχουν κατάληξη –οβα, -οβο.
Στις σλαβικές γλώσσες η κατάληξη –itsa/ica είναι υποκοριστική και χρησιμοποιείται σε ονόματα θηλυκού γένους. Η ίδια όμως κατάληξη και με την ίδια υποκοριστική σημασία θηλυκού γένους είναι σε χρήση, ως δάνειο,  τόσο στην ελληνική όσο και στην τουρκική, στη βλάχικη και στην αλβανική γλώσσα. Αυτό μας οδηγεί, τελικώς, στο συμπέρασμα ότι τα τοπωνύμια του ελληνικού χώρου με κατάληξη –ιτσα, τα οποία είναι πολυπληθή (220 τον αριθμό, ήτοι ποσοστό 10,5% περίπου στο σύνολο των ξενόγλωσσων τοπωνυμίων), δεν έχουν δοθεί κατ’ ολοκληρίαν από τους Σλάβους, εκτός και εάν το τοπωνυμικό κύριο θέμα τους έχει όντως σλαβική ρίζα. Μπορεί δηλαδή να έχουν και άλλη προέλευση όπως: ελληνική, τουρκική, βλάχικη ή αλβανική, με την προϋπόθεση ότι το τοπωνυμικό θέμα τους έχει αντιστοίχως ελληνική, τουρκική, βλάχικη ή αλβανική ρίζα, οπότε σε αυτή την περίπτωση θα είναι μεταγενέστερα της περιόδου 6ου – 8ου αιώνα, στην οποία συνέβησαν ορισμένες σλαβικές διεισδύσεις στον νότιο ελληνικό χώρο.
Ένα άλλο ζήτημα με τα τοπωνύμια ‘–ιτσα’ είναι, εάν ο υποκορισμός, στον οποίο παραπέμπει η εν λόγω κατάληξη, αφορά το μέγεθος των εν λόγω οικισμών ή κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους, που είναι η αιτία της ονομασίας τους. Το πιθανότερο είναι να συμβαίνουν και οι δυο αυτές περιπτώσεις, αναλόγως των εκάστοτε τοπικών συνθηκών, που κυριάρχησαν κατά την εποχή της συγκρότησής τους.
Στις σλαβικές γλώσσες (κυρίως στη Σερβοκροατική) υπάρχουν και οι  συναφείς τοπωνυμικές καταλήξεις: -nitca/-nitsa/-vista οι οποίες όμως δεν έχουν περάσει ως σύνηθες δάνειο στις λοιπές βαλκανικές χώρες. Επομένως, όταν τέτοιου είδους καταλήξεις απαντώνται σε τοπωνύμια, τότε αυτές παραπέμπουν με μεγαλύτερη βεβαιότητα – χωρίς αυτό να είναι απόλυτο – σε σλαβική προέλευση του αντίστοιχου τοπωνύμιου.

Τοπωνύμια της περιοχής Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας με κατάληξη –οβα, -οβο, -ιτσα, -ιστα
Στην εν λόγω περιοχή υπάρχουν 334 κύρια ξενόγλωσσα τοπωνύμια εκ των οποίων : α) Τα 31 έχουν κατάληξη –οβα, -οβο, β) Τα 25 έχουν κατάληξη –ιστα και γ) Τα 38 έχουν κατάληξη –ιτσα.
Κεράσοβο: Είναι το σημερινό χωριό Αγία Παρασκευή Κόνιτσας. Το εν λόγω χωριό βρίσκεται στις βόρειες πλαγιές του Σμόλικα, μέσα σε βαθιά περίκλειστη χαράδρα και έχει υψόμετρο 960 μ. Πιθανόν από: α) Τη βλάχικη λέξη τσιρέςου (δάνειο από την ελληνική κέρασος)=κερασιά (τσιρέσοβο ˃ τσερέσοβο  ˃ τσεράσοβο ˃ κεράσοβο). β) Τη σλαβική λέξη черешня  (τσερέσν) (δάνειο από την ελληνική λέξη κέρασος) = κεράσι.
Επίσης υπάρχει Κεράσοβο Πωγωνίου, Άνω Κεράσοβο Αγρινίου,  Κεράσοβο Ευρυτανίας, το σημερινό Κερασοχώρι, Κεράσοβα Αχαΐας, Κερέσοβα Ηλείας.


Απόσπασμα από το βιβλίο του Στάθη Ασημάκη «Τοπωνύμια –οβα, -οβο,     -ιστα, -ιτσα», Αθήνα 2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου